Φυσικά, ουδείς αμφισβήτησε, ούτε και η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, ότι το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας νομιμοποιείται να συλλέγει και να κατέχει αρχείο προσωπικών αλλά και ευαίσθητων, όσον αφορά κυρίως σε ζητήματα υγείας, δεδομένων για τους στρατεύσιμους.
Σε τούτον, όμως, τον τόπο, η υποκρισία περισσεύει.
Μια απλή ματιά στο κείμενο του Ν. 2472/1997 αρκεί, νομίζω, προκειμένου να πεισθεί ο καθένας, ότι δεν υφίσταται κανένα απολύτως νομικό κώλυμα προκειμένου να απαγορεύσει η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων την πληροφόρηση των πολιτών σχετικά με τα ονόματα όσων δεν υπηρέτησαν την στρατιωτική τους θητεία.
Από τον απλό συνδυασμό των άρθρων 2 εδ. δ', 5 παρ. 2 εδ. β΄και δ΄, 7 και 7Α, προκύπτει σαφέστατα, ότι όποιος νόμιμα επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορεί (εξαιρούνται μεταξύ άλλων γιατροί και δικηγόροι) και να τα δημοσιοποιεί, αφού ως επεξεργασία νοείται μεταξύ άλλων και η διάδοση τους σε τρίτους.
Πολύ περισσότερο βέβαια δεν υφίσταται και κανένα φιλελεύθερο κώλυμα. Το μόνο ιδεολογικής φύσεως κώλυμα υφίσταται στα μυαλά των κρατικοπαρεμβατιστών, οι οποίοι αντιτάσσουν στην φιλελεύθερη αντίληψη της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων α π έ ν α ν τ ι στο κράτος, τη «λειτουργική» εκδοχή, ότι τα ατομικά δικαιώματα, επειδή ακριβώς επιτελούν λειτούργημα στο πλαίσιο του υφιστάμενου πολιτικού συστήματος, χρειάζονται προστασία απέναντι ιδίως των φορέων τους, που ενδέχεται να μην τα ασκήσουν σωστά, δηλαδή να τα ασκήσουν καταχρηστικά σε βάρος «του κοινωνικού συνόλου», και οι οποίοι τάσσονται όχι υπέρ της ατομικιστικής άσκησης των ατομικών δικαιωμάτων για την επιδίωξη ιδιωτικών συμφερόντων, αλλά υπέρ της κοινωνικά δεσμευμένης από το χρέος της «κοινωνικής αλληλεγγύης» άσκησης των ατομικών δικαιωμάτων.
Η δε Ευρωπαϊκή Ένωση ως το κατ’ εξοχήν κρατικοπαρεμβατικό και ήδη παραπαίον οικοδόμημα είναι φυσικό να «φυτεύει» Αρχές για την προστασία μας δήθεν.
Υ.Γ. Το πρόστιμο που επέβαλε η Αρχή στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης το εισέπραξε βέβαια το Υπουργείο Οικονομικών. Τότε, όμως, γιατί το επέβαλε η Αρχή; Έκανε μήπως φτωχότερο το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης ή μήπως το πλήγωσε βαθιά; Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει!
Ελλάς το μεγαλείο σου…
N. 2472/1997
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου νοούνται ως:
δ) “Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” (“επεξεργασία”), κάθε εργασία ή σειρά εργασιών που πραγματοποιείται, από το Δημόσιο ή από νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου ή ένωση προσώπων ή φυσικό πρόσωπο με ή χωρίς τη βοήθεια αυτοματοποιημένων μεθόδων και εφαρμόζονται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διατήρηση ή αποθήκευση, η τροποποίηση, η εξαγωγή, η χρήση, η διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλης μορφής διάθεση, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, η διασύνδεση, η δέσμευση (κλείδωμα), η διαγραφή, η καταστροφή.
Άρθρο 5
Προϋποθέσεις επεξεργασίας
1. Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται μόνον όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει τη συγκατάθεσή του.
2. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η επεξεργασία και χωρίς τη συγκατάθεση, όταν:
α) Η επεξεργασία είναι αναγκαία για την εκτέλεση σύμβασης, στην οποία συμβαλλόμενο μέρος είναι υποκείμενο δεδομένων ή για τη λήψη μέτρων κατόπιν αιτήσεως του υποκειμένου κατά το προσυμβατικό στάδιο.
β) Η επεξεργασία είναι αναγκαία για την εκπλήρωση υποχρεώσεως του υπεύθυνου επεξεργασίας, η οποία επιβάλλεται από το νόμο.
γ) Η επεξεργασία είναι αναγκαία για τη διαφύλαξη ζωτικού συμφέροντος του υποκειμένου, εάν αυτό τελεί σε φυσική ή νομική αδυναμία να δώσει τη συγκατάθεσή του.
δ) Η επεξεργασία είναι αναγκαία για την εκτέλεση έργου δημόσιου συμφέροντος ή έργου που εμπίπτει στην άσκηση δημόσιας εξουσίας και εκτελείται από δημόσια αρχή ή έχει ανατεθεί από αυτή είτε στον υπεύθυνο επεξεργασίας είτε σε τρίτο, στον οποίο γνωστοποιούνται τα δεδομένα.
ε) Η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για την ικανοποίηση του έννομου συμφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο τρίτος ή οι τρίτοι στους οποίους ανακοινώνονται τα δεδομένα και υπό τον όρο ότι τούτο υπερέχει προφανώς των δικαιωμάτων και συμφερόντων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και δεν θίγονται οι θεμελιώδεις ελευθερίες αυτών.
Άρθρο 7
Επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων
1. Απαγορεύεται η συλλογή και η επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων.
2. Κατ΄ εξαίρεση επιτρέπεται η συλλογή και η επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων, καθώς και η ίδρυση και λειτουργία σχετικού αρχείου, ύστερα από άδεια της Αρχής, όταν συντρέχουν μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Το υποκείμενο έδωσε τη γραπτή συγκατάθεσή του εκτός εάν η συγκατάθεση έχει αποσπασθεί με τρόπο που αντίκειται στο νόμο ή τα χρηστά ήθη ή νόμος ορίζει ότι η συγκατάθεση δεν αίρει την απαγόρευση.
β) Η επεξεργασία είναι αναγκαία για τη διαφύλαξη ζωτικού συμφέροντος του υποκειμένου ή προβλεπόμενου από το νόμο συμφέροντος τρίτου, εάν το υποκείμενο τελεί σε φυσική ή νομική αδυναμία να δώσει τη συγκατάθεσή του.
γ) Η επεξεργασία αφορά δεδομένα που δημοσιοποιεί το ίδιο το υποκείμενο ή είναι αναγκαία για την αναγνώριση, άσκηση ή υπεράσπιση δικαιώματος ενώπιον δικαστηρίου ή πειθαρχικού οργάνου.
δ) Η επεξεργασία αφορά θέματα υγείας και εκτελείται από πρόσωπο που ασχολείται κατ’ επάγγελμα με την παροχή υπηρεσιών υγείας και υπόκειται σε καθήκον εχεμύθειας ή σε συναφείς κώδικες δεοντολογίας, υπό τον όρο ότι η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την ιατρική πρόληψη, διάγνωση, περίθαλψη ή τη διαχείριση υπηρεσιών υγείας.
ε) Η επεξεργασία εκτελείται από Δημόσια Αρχή και είναι αναγκαία είτε αα) για λόγους εθνικής ασφάλειας είτε ββ) για την εξυπηρέτηση των αναγκών εγκληματολογικής ή σωφρονιστικής πολιτικής και αφορά τη διακρίβωση εγκλημάτων, ποινικές καταδίκες ή μέτρα ασφαλείας είτε γγ) για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας είτε δδ) για την άσκηση δημόσιου φορολογικού ελέγχου ή δημόσιου ελέγχου κοινωνικών παροχών.
στ) Η επεξεργασία πραγματοποιείται για ερευνητικούς και επιστημονικούς αποκλειστικά σκοπούς και υπό τον όρο ότι τηρείται η ανωνυμία και λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων των προσώπων στα οποία αναφέρονται.
ζ) Η επεξεργασία αφορά δεδομένα δημοσίων προσώπων, εφόσον αυτά συνδέονται με την άσκηση δημοσίου λειτουργήματος ή τη διαχείριση συμφερόντων τρίτων, και πραγματοποιείται αποκλειστικά για την άσκηση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος. Η άδεια της αρχής χορηγείται μόνο εφόσον η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για την εξασφάλιση του δικαιώματος πληροφόρησης επί θεμάτων δημοσίου ενδιαφέροντος καθώς και στο πλαίσιο καλλιτεχνικής έκφρασης και εφόσον δεν παραβιάζεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο το δικαίωμα προστασίας της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής.
3. Η Αρχή χορηγεί άδεια συλλογής και επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων, καθώς και άδεια ιδρύσεως και λειτουργίας σχετικού αρχείου, ύστερα από αίτηση του υπεύθυνου επεξεργασίας. Εφ’ όσον η Αρχή διαπιστώσει ότι πραγματοποιείται επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων, η γνωστοποίηση αρχείου, σύμφωνα με το άρθρο 6 του παρόντος νόμου, επέχει θέση αιτήσεως για τη χορήγηση άδειας. Η Αρχή μπορεί να επιβάλλει όρους και προϋποθέσεις για την αποτελεσματικότερη προστασία του δικαιώματος ιδιωτικής ζωής των υποκειμένων ή τρίτων.
4. Η άδεια εκδίδεται για ορισμένο χρόνο, ανάλογα με τον σκοπό της επεξεργασίας. Μπορεί να ανανεωθεί ύστερα από αίτηση του υπεύθυνου επεξεργασίας.
5. Η άδεια περιέχει απαραιτήτως:
α) Το ονοματεπώνυμο ή την επωνυμία ή τον τίτλο καθώς και τη διεύθυνση του υπεύθυνου επεξεργασίας και του τυχόν εκπροσώπου του.
β) Τη διεύθυνση όπου είναι εγκατεστημένο το αρχείο.
γ) Το είδος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που επιτρέπεται να περιληφθούν στο αρχείο.
δ) Το χρονικό διάστημα για το οποίο χορηγείται η άδεια.
ε) Τους τυχόν όρους και προϋποθέσεις που έχει επιβάλει η Αρχή για την ίδρυση και λειτουργία του αρχείου.
στ) Την υποχρέωση γνωστοποίησής του ή των αποδεκτών ευθύς ως εξατομικευτούν.
6. Αντίγραφο της άδειας καταχωρίζεται στο Μητρώο Αδειών που διατηρεί η Αρχή.
7. Κάθε μεταβολή των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 5 γνωστοποιείται χωρίς καθυστέρηση στην Αρχή. Κάθε άλλη μεταβολή, πλην της διεύθυνσης του υπευθύνου ή του εκπροσώπου του, συνεπάγεται την έκδοση νέας άδειας, εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις.
***Η περίπτωση γ΄ της παρ.2 του παρόντος άρθρου αντικαταστάθηκε ως άνω σύμφωνα με την παρ. 1 άρθρ. 34 Ν. 2915/2001, ΦΕΚ 109Α/2001, η περίπτωση ε΄ της παρ. 2 του παρόντος άρθρου αντικαταστάθηκε ως άνω σύμφωνα με την παρ. 2 άρθρ. 34 Ν. 2915/2001 και η υποπερίπτωση γγ΄ της περίπτωσης ε΄ της παρ. 2 του παρόντος άρθρου αντικαταστάθηκε σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 26 του Ν. 3156/2003, ΦΕΚ 157Α/2003, και προσετέθη υποπερίπτωση δδ΄.
*** Το στοιχείο β της παρ. 2 του παρόντος άρθρου τροποποιήθηκε ως άνω σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ. 1 Ν. 3471/2006.
Άρθρο 7Α
Απαλλαγή υποχρέωσης γνωστοποίησης
και λήψης άδειας
1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας απαλλάσσεται από την υποχρέωση γνωστοποίησης του άρθρου 6 και από την υποχρέωση λήψης άδειας του άρθρου 7 του παρόντος νόμου στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Όταν η επεξεργασία πραγματοποιείται αποκλειστικά για σκοπούς που συνδέονται άμεσα με σχέση εργασίας ή έργου ή με παροχή υπηρεσιών στο δημόσιο τομέα και είναι αναγκαία για την εκπλήρωση υποχρέωσης που επιβάλλει ο νόμος ή για την εκτέλεση των υποχρεώσεων από τις παραπάνω σχέσεις και το υποκείμενο έχει προηγουμένως ενημερωθεί.
β) Όταν η επεξεργασία αφορά πελάτες ή προμηθευτές, εφόσον τα δεδομένα δεν διαβιβάζονται ούτε κοινοποιούνται σε τρίτους. Για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης τα δικαστήρια και οι δημόσιες αρχές δεν λογίζονται ως τρίτοι, εφόσον τη διαβίβαση ή κοινοποίηση επιβάλλει νόμος ή δικαστική απόφαση. Δεν απαλλάσσονται από την υποχρέωση γνωστοποίησης οι ασφαλιστικές εταιρείες για όλους τους κλάδους ασφάλισης, οι φαρμακευτικές εταιρείες, οι εταιρείες εμπορίας πληροφοριών και τα χρηματοπιστωτικά νομικά πρόσωπα, όπως οι τράπεζες και οι εταιρείες έκδοσης πιστωτικών καρτών.
γ) Όταν η επεξεργασία γίνεται από σωματεία, εταιρείες, ενώσεις προσώπων και πολιτικά κόμματα και αφορά δεδομένα των μελών ή εταιρειών τους, εφόσον αυτοί έχουν δώσει την συγκατάθεσή τους και τα δεδομένα δεν διαβιβάζονται ούτε κοινοποιούνται σε τρίτους. Δεν λογίζονται τρίτοι τα μέλη ή εταίροι, εφόσον η διαβίβαση γίνεται προς αυτούς για τους σκοπούς των ως άνω νομικών προσώπων ή ενώσεων, ούτε τα δικαστήρια και οι δημόσιες αρχές, εφόσον τη διαβίβαση επιβάλλει νόμος ή δικαστική απόφαση.
δ) Όταν η επεξεργασία αφορά δεδομένα υγείας και γίνεται από ιατρούς ή άλλα πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες υγείας, εφόσον ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεσμεύεται από το ιατρικό απόρρητο ή άλλο απόρρητο που προβλέπει νόμος ή κώδικας δεοντολογίας και τα δεδομένα δεν διαβιβάζονται ούτε κοινοποιούνται σε τρίτους. Για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης τα δικαστήρια και οι δημόσιες αρχές δεν λογίζονται ως τρίτοι, εφόσον τη διαβίβαση ή κοινοποίηση επιβάλλει νόμος ή δικαστική απόφαση. Δεν εμπίπτουν στην απαλλαγή της παρούσας διάταξης τα νομικά πρόσωπα ή οργανισμοί που παρέχουν υπηρεσίες υγείας, όπως κλινικές, νοσοκομεία, κέντρα αποθεραπείας και αποτοξίνωσης, ασφαλιστικά ταμεία και ασφαλιστικές εταιρείες, καθώς και οι υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όταν η επεξεργασία διεξάγεται στο πλαίσιο προγραμμάτων τηλεϊατρικής ή παροχής ιατρικών υπηρεσιών μέσω δικτύου.
ε) Όταν η επεξεργασία γίνεται από δικηγόρους, συμβολαιογράφους, άμισθους υποθηκοφύλακες και δικαστικούς επιμελητές ή εταιρείες των προσώπων αυτών και αφορά στην παροχή νομικών υπηρεσιών προς πελάτες τους, εφόσον ο υπεύθυνος επεξεργασίας και τα μέλη των εταιρειών δεσμεύονται από υποχρέωση απορρήτου που προβλέπει νόμος και τα δεδομένα δεν διαβιβάζονται ούτε κοινοποιούνται σε τρίτους, εκτός από τις περιπτώσεις που αυτό είναι αναγκαίο και συνδέεται άμεσα με την εκπλήρωση εντολής του πελάτη.
στ) Όταν η επεξεργασία γίνεται από δικαστικές αρχές ή υπηρεσίες στο πλαίσιο απονομής της δικαιοσύνης ή για την εξυπηρέτηση των αναγκών της λειτουργίας τους.
2. Σε όλες τις περιπτώσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ο υπεύθυνος επεξεργασίας υπόκειται σε όλες τις υποχρεώσεις που προβλέπει ο παρών νόμος και υποχρεούται να συμμορφώνεται με ειδικούς κανόνες επεξεργασίας που η Αρχή εκδίδει σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου.
3. Οι προθεσμίες των παραγράφων 1,2 και 3 του άρθρου 24 του ν. 2472/1997 παρατείνονται έως την 21η Ιανουαρίου 2001.
***Το άρθρο 7Α προσετέθη με την παρ. 4 άρθρ. 8 Ν.2819/2000 ΦΕΚ 84Α/2000.
***Η περίπτωση α΄ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου αντικαταστάθηκε ως άνω σύμφωνα με την παρ. 3 άρθρ. 34 του Ν. 2915/2001.
*** Η περίπτωση στ΄ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου προστέθηκε με το άρθρο 10 Ν. 3090/2002, ΦΕΚ Α 329/24.12.2002.
*** Το πρώτο εδάφιο του στοιχείου δ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου τροποποιήθηκε ως άνω σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ. 1 Ν. 3471/2006.
*** Το στοιχείο ε της παρ. 1 του παρόντος άρθρου τροποποιήθηκε ως άνω σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ. 2 Ν. 3471/2006.
Άμεση ρήξη με τον αντιλιμπεραλιστικό μνημονιακό παρεοκρατικό καπιταλισμό και με τον διακομματικό εθνοεθνικισμό
Τα θρασύδειλα αντι-λιμπεραλιστικά μνημονιακά εθνοεθνίκια, πρώτα έφεραν την οικονομική καταστροφή της χώρας και τώρα την οδηγούν και σε νέα, εθνική αυτή τη φορά καταστροφή, οδηγώντας την χρεωκοπημένη και αποδυναμωμένη σε ένοπλη σύρραξη με την Τουρκία, αφού προηγουμένως την έχουν εξευτελίσει διεθνώς, θεωρώντας ανυπεράσπιστους και κατατρεγμένους ανθρώπους ως "ενεργή, σοβαρή, εξαιρετική και ασύμμετρη απειλή" κατά της χώρας, αναστέλλοντας και καταπατώντας βάναυσα την συνθήκη της Γενεύης για τους πρόσφυγες, διώκοντας τους, καταδικάζοντάς τους, φυλακίζοντάς τους και εξαπολύοντας ακόμα και δολοφονική βία εναντίον τους για την απώθησή τους, εν τέλει δε κατακρεουργώντας, έτσι, κάθε έννοια κράτους δικαίου στη χώρα. Κι αυτό, καθώς ο διακομματικός εθνοεθνικισμός όλων υπόλοιπων κομμάτων της Βουλής, εκτός του ΜέΡΑ25 που διακηρύσσει ότι " το εθνικό δικαίωμα διαχείρισης των συνόρων μας θα το χρησιμοποιήσουμε για να δίνουμε καταφύγιο στους κατατρεγμένους", δεν βλέπει απέναντί...
Comments